καλέστε 22817690 & 210-6785800.
Το ερώτημα σας ενδέχεται να απαιτεί περαιτέρω έρευνα. Ο κατάλογος δεν είναι εξαντλητικός.
Αν το ερώτημά σας δεν έχει απαντηθεί, παρακαλούμε δείτε την πλήρη ΠΧΠ εδώ [σύνδεσμος για την πλήρη ΠΧΠ] ή επικοινωνήστε με το τμήμα Ιατρικής Ενημέρωσης [22817690 & 210-6785800].
Κατηγορία φαρμακευτικού προϊόντος | Φαρμακευτικό προϊόν εντός της κατηγορίας (μεταβολή AUC, μεταβολή Cmax)
|
Κλινικές παρατηρήσεις |
Ανταγωνιστής άλφα1-αδρενεργικών υποδοχέων | ↑Αλφουζοσίνη | Αυξημένες συγκεντρώσεις αλφουζοσίνης στο πλάσμα μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρή υπόταση και συνεπώς αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Ανταγωνιστής άλφα1-αδρενεργικών υποδοχέων | ↑Tαμσουλοζίνη | Η ταμσουλοζίνη μεταβολίζεται εκτενώς, κυρίως από τα CYP3A4 και CYP2D6, αμφότερα τα οποία αναστέλλονται από τη ριτοναβίρη. Αποφεύγετε την ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid. |
Παράγωγα αμφεταμίνης | ↑Αμφεταμίνη | Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε υψηλή δόση σύμφωνα με την προηγούμενη χρήση της ως αντιρετροϊκός παράγοντας, είναι πιθανό να αναστείλει το CYP2D6 και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της αμφεταμίνης και των παραγώγων της. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των ανεπιθύμητων ενεργειών όταν αυτά τα φάρμακα συγχορηγούνται με το Paxlovid. |
Αναλγητικά | ↑Βουπρενορφίνη (57%, 77%), | Οι αυξήσεις των επιπέδων της βουπρενορφίνης και του ενεργού μεταβολίτη της στο πλάσμα δεν οδήγησαν σε κλινικά σημαντικές φαρμακοδυναμικές μεταβολές σε έναν πληθυσμό ασθενών που παρουσίαζε ανοχή στα οπιοειδή. Συνεπώς, ενδέχεται να μην είναι απαραίτητη η προσαρμογή της δόσης της βουπρενορφίνης κατά τη συγχορήγηση των δύο. |
Αναλγητικά | ↑Φαιντανύλη, ↑Οξυκωδόνη |
Η ριτοναβίρη αναστέλλει το CYP3A4 και κατά συνέπεια αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις αυτών των ναρκωτικών αναλγητικών στο πλάσμα. Εάν η ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid είναι απαραίτητη, εξετάστε το ενδεχόμενο μείωσης της δόσης αυτών των ναρκωτικών αναλγητικών και παρακολουθήστε στενά τις θεραπευτικές και ανεπιθύμητες επιδράσεις (συμπεριλαμβανομένης της αναπνευστικής καταστολής). Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στις επιμέρους ΠΧΠ. |
Αναλγητικά | ↓Μεθαδόνη (36%, 38%) | Μπορεί να είναι απαραίτητη αυξημένη δόση μεθαδόνης κατά τη συγχορήγηση με τη ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή, εξαιτίας της επαγωγής της γλυκουρονιδίωσης. Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο προσαρμογής της δόσης με βάση την κλινική ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία με μεθαδόνη. |
Αναλγητικά | ↓Μορφίνη | Τα επίπεδα της μορφίνης μπορεί να μειωθούν εξαιτίας της επαγωγής της γλυκουρονιδίωσης από τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή. |
Αναλγητικά | ↑Πεθιδίνη | Η συγχορήγηση θα μπορούσε να καταλήξει σε αυξημένες ή παρατεταμένες επιδράσεις οπιοειδούς. Εάν η συγχορήγηση είναι απαραίτητη, εξετάστε τη μείωση της δόσης της πεθιδίνης. Παρακολουθείτε για αναπνευστική καταστολή και παρατεταμένη καταστολή. |
Αναλγητικά | ↓Πιροξικάμη | Μειωμένη έκθεση στην πιροξικάμη λόγω επαγωγής του CYP2C9 από το Paxlovid. |
Αντιστηθαγχικά | ↑Ρανολαζίνη | Εξαιτίας της αναστολής του CYP3A από τη ριτοναβίρη, οι συγκεντρώσεις της ρανολαζίνης αναμένεται να αυξηθούν. Η ταυτόχρονη χορήγηση με ρανολαζίνη αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Αντιαρρυθμικά | ↑Αμιωδαρόνη ↑Φλεκαϊνίδη |
Δεδομένου του κινδύνου σημαντικής αύξησης της έκθεσης στην αμιωδαρόνη ή στη φλεκαϊνίδη και, συνεπώς, των σχετικών ανεπιθύμητων συμβάντων, δεν θα πρέπει να γίνεται συγχορήγηση, εκτός εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί διεπιστημονική διαβούλευση για την ασφαλή καθοδήγησή της. |
Αντιαρρυθμικά | ↑Διγοξίνη | Αυτή η αλληλεπίδραση μπορεί να οφείλεται στην τροποποίηση της διαμεσολαβούμενης από την P-gp εκροής διγοξίνης από τη ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή. Η συγκέντρωση του φαρμάκου της διγοξίνης αναμένεται να αυξηθεί. Εάν είναι δυνατό, παρακολουθείτε τα επίπεδα της διγοξίνης και την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της διγοξίνης. |
Αντιαρρυθμικά | ↑Δισοπυραμίδη | Η ριτοναβίρη ενδέχεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της δισοπυραμίδης στο πλάσμα, γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο ανεπιθύμητων συμβάντων, όπως καρδιακές αρρυθμίες. Απαιτείται προσοχή και συνιστάται παρακολούθηση της θεραπευτικής συγκέντρωσης για τη δισοπυραμίδη εάν είναι διαθέσιμη. |
Αντιαρρυθμικά | ↑Δρονεδαρόνη, ↑Προπαφαινόνη, ↑Κινιδίνη |
Η συγχορήγηση ριτοναβίρης είναι πιθανόν να προκαλέσει αυξημένες συγκεντρώσεις δρονεδαρόνης, προπαφαινόνης και κινιδίνης στο πλάσμα και συνεπώς αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3). |
Αντιασθματικό | ↓Θεοφυλλίνη (43%, 32%) | Μπορεί να απαιτείται αυξημένη δόση θεοφυλλίνης κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη, εξαιτίας της επαγωγής του CYP1A2. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Αμπεμασικλίμπη | Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής του CYP3A4 από τη ριτοναβίρη. Η συγχορήγηση αμπεμασικλίμπης και Paxlovid θα πρέπει να αποφεύγεται. Εάν αυτή η συγχορήγηση κρίνεται αναπόφευκτη, ανατρέξτε στην ΠΧΠ της αμπεμασικλίμπης για συστάσεις σχετικά με την προσαρμογή της δοσολογίας. Παρακολουθείτε για ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με την αμπεμασικλίμπη. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Αφατινίμπη | Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής της πρωτεΐνης αντοχής στον καρκίνο του μαστού (Breast Cancer Resistance Protein- BCRP) και της οξείας αναστολής της P-gp από τη ριτοναβίρη. Ο βαθμός της αύξησης της AUC και της Cmax εξαρτάται από τον χρόνο χορήγησης της ριτοναβίρης. Θα πρέπει να δίνεται προσοχή κατά τη χορήγηση αφατινίμπης με Paxlovid (ανατρέξτε στην ΠΧΠ της αφατινίμπης). Παρακολουθείτε για ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με την αφατινίμπη. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Απαλουταμίδη | Η απαλουταμίδη είναι ένας μέτριος έως ισχυρός επαγωγέας του CYP3A4 και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη έκθεση στο PF-07321332/ριτοναβίρη και δυνητική απώλεια της ιολογικής ανταπόκρισης. Επιπλέον, οι συγκεντρώσεις της απαλουταμίδης στον ορό μπορεί να αυξηθούν κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη, με αποτέλεσμα ενδεχόμενη εμφάνιση σοβαρών ανεπιθύμητων συμβάντων, συμπεριλαμβανομένης της επιληπτικής κρίσης. Η ταυτόχρονη χρήση Paxlovid με απαλουταμίδη αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Σεριτινίμπη | Οι συγκεντρώσεις της σεριτινίμπης στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής του CYP3A και της P-gp από τη ριτοναβίρη. Θα πρέπει να δίνεται προσοχή κατά τη χορήγηση σεριτινίμπης με Paxlovid. Ανατρέξτε στην ΠΧΠ της σεριτινίμπης για συστάσεις σχετικά με την προσαρμογή της δοσολογίας. Παρακολουθείτε για ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με τη σεριτινίμπη. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Δασατινίμπη, ↑Νιλοτινίμπη, ↑Βινμπλαστίνη ↑Βινκριστίνη |
Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη, με αποτέλεσμα ενδεχόμενη αυξημένη επίπτωση ανεπιθύμητων συμβάντων. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Ενκοραφενίμπη, ↑Ιβοσιδενίμπη |
Οι συγκεντρώσεις της ενκοραφενίμπης ή της ιβοσιδενίμπης στον ορό μπορεί να αυξηθούν κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη, κάτι που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο τοξικότητας, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου σοβαρών ανεπιθύμητων συμβάντων, όπως η παράταση του διαστήματος QT. Αποφεύγετε τη συγχορήγηση με ενκοραφενίμπηή ιβοσιδενίμπη. Εάν το όφελος θεωρείται ότι υπερτερεί του κινδύνου και πρέπει να χρησιμοποιηθεί ριτοναβίρη, οι ασθενείς θα πρέπει να παρακολουθούνται προσεκτικά για την ασφάλεια. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | Ενζαλουταμίδη | Η ενζαλουταμίδη είναι ένας ισχυρός επαγωγέας του CYP3A4 και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη έκθεση του Paxlovid, πιθανή απώλεια της ιολογικής του ανταπόκρισης και πιθανή αντίσταση. Η ταυτόχρονη χρήση της ενζαλουταμίδης με το Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3). |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Φοσταματινίμπη | Η συγχορήγηση φοσταματινίμπης με ριτοναβίρη μπορεί να αυξήσει την έκθεση στον μεταβολίτη R406 της φοσταματινίμπης, με αποτέλεσμα σχετιζόμενα με τη δόση ανεπιθύμητα συμβάντα, όπως ηπατοτοξικότητα, ουδετεροπενία, υπέρταση ή διάρροια. Ανατρέξτε στην ΠΧΠ της φοσταματινίμπης για συστάσεις μείωσης της δόσης, εάν παρουσιαστούν αυτά τα συμβάντα. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Ιμπρουτινίμπη | Οι συγκεντρώσεις της ιμπρουτινίμπης στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής του CYP3A από τη ριτοναβίρη, με αποτέλεσμα αυξημένο κίνδυνο τοξικότητας, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου συνδρόμου λύσης του όγκου. Η συγχορήγηση ιμπρουτινίμπης και ριτοναβίρης θα πρέπει να αποφεύγεται. Εάν το όφελος θεωρείται ότι υπερτερεί του κινδύνου και πρέπει να χρησιμοποιηθεί ριτοναβίρη, μειώστε τη δόση της ιμπρουτινίμπης στα 140 mg και παρακολουθείτε στενά τον ασθενή για τοξικότητα. |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Νερατινίμπη | Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής του CYP3A4 από τη ριτοναβίρη. Η ταυτόχρονη χρήση νερατινίμπης με Paxlovid αντενδείκνυται εξαιτίας ενδεχόμενων σοβαρών ή/και απειλητικών για τη ζωή ενεργειών, συμπεριλαμβανομένης της ηπατοτοξικότητας (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Αντικαρκινικοί παράγοντες | ↑Βενετοκλάξη | Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής του CYP3A από τη ριτοναβίρη, με αποτέλεσμα αυξημένο κίνδυνο συνδρόμου λύσης όγκου κατά την έναρξη χορήγησης της δόσης και κατά τη διάρκεια της φάσης αύξησης της δόσης και συνεπώς αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ και ανατρέξτε στην ΠΧΠ της βενετοκλάξης). Για ασθενείς που έχουν ολοκληρώσει τη φάση αύξησης της δόσης και λαμβάνουν σταθερή ημερήσια δόση βενετοκλάξης, μειώστε τη δόση της βενετοκλάξης σε 100 mg ή λιγότερο (ή κατά τουλάχιστον 75% εάν έχει ήδη τροποποιηθεί για άλλους λόγους) όταν χρησιμοποιείται με ισχυρούς αναστολείς του CYP3A. |
Αντιπηκτικά φάρμακα | ↑Απιξαμπάνη | Ο συνδυασμός P-gp και ισχυρών αναστολέων του CYP3A4 αυξάνει τα επίπεδα της απιξαμπάνης στο αίμα και αυξάνει τον κίνδυνο αιμορραγίας. Οι δοσολογικές συστάσεις για τη συγχορήγηση της απιξαμπάνης με το Paxlovid εξαρτώνται από τη δόση της απιξαμπάνης. Για δόσεις απιξαμπάνης 5 mg ή 10 mg δύο φορές ημερησίως, μειώστε τη δόση της απιξαμπάνης κατά 50%. Σε ασθενείς που λαμβάνουν ήδη απιξαμπάνη 2,5 mg δύο φορές ημερησίως, αποφύγετε τη συγχορήγηση με το Paxlovid. |
Αντιπηκτικά φάρμακα | ↑Δαβιγατράνη (94%, 133%)* | Η συγχορήγηση του Paxlovid αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της δαβιγατράνης, με αποτέλεσμα αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας. Μειώστε τη δόση της δαβιγατράνης ή αποφύγετε τη συγχορήγηση. |
Αντιπηκτικά φάρμακα | ↑Ριβαροξαμπάνη (153%, 53%) | Η αναστολή του CYP3A και της P-gp οδηγεί σε αυξημένα επίπεδα στο πλάσμα και φαρμακοδυναμικές επιδράσεις της ριβαροξαμπάνης που μπορεί να οδηγήσουν σε αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας. Συνεπώς, η χρήση του Paxlovid δεν συνιστάται σε ασθενείς που λαμβάνουν ριβαροξαμπάνη. |
Αντιπηκτικά φάρμακα | Βαρφαρίνη, ↑↓S-Βαρφαρίνη (9%, 9%), ↓↔R-Βαρφαρίνη (33%) |
Η επαγωγή των CYP1A2 και CYP2C9 οδηγεί σε μειωμένα επίπεδα R-βαρφαρίνης, ενώ παρατηρείται μικρή φαρμακοκινητική επίδραση στην S-βαρφαρίνη κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη. Τα μειωμένα επίπεδα R-βαρφαρίνης μπορεί να οδηγήσουν σε μειωμένη αντιπηκτική δράση, συνεπώς, συνιστάται η παρακολούθηση των αντιπηκτικών παραμέτρων κατά τη συγχορήγηση βαρφαρίνης με ριτοναβίρη. |
Αντισπασμωδικά | Καρβαμαζεπίνη*, Φαινοβαρβιτάλη, Φαινυτοΐνη, Πριμιδόνη |
Η καρβαμαζεπίνη μειώνει τις τιμές AUC και Cmax της νιρματρελβίρης κατά 55% και 43%, αντίστοιχα. Η φαινοβαρβιτάλη, η φαινυτοΐνη και η πριμιδόνη είναι ισχυροί επαγωγείς του CYP3A4 και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη έκθεση στη νιρματρελβίρη και στη ριτοναβίρη και ενδεχόμενη απώλεια της ιολογικής ανταπόκρισης. Η ταυτόχρονη χρήση καρβαμαζεπίνης, φαινοβαρβιτάλης, φαινυτοΐνης και πριμιδόνης με Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3). |
Αντισπασμωδικά | ↑Κλοναζεπάμη | Ενδέχεται να χρειαστεί μείωση της δόσης για την κλοναζεπάμη κατά τη συγχορήγηση με το Paxlovid και συνιστάται κλινική παρακολούθηση. |
Αντισπασμωδικά | ↓Διβαλπροϊκό, Λαμοτριγίνη |
Η ριτοναβίρη όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή επάγει την οξείδωση από το CYP2C9 και τη γλυκουρονιδίωση και ως αποτέλεσμα αναμένεται να μειώσει τις συγκεντρώσεις των αντιεπιληπτικών στο πλάσμα. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των επιπέδων στον ορό ή των θεραπευτικών επιδράσεων όταν αυτά τα φάρμακα συγχορηγούνται με ριτοναβίρη. |
Αντικορτικοστεροειδή | ↑Κετοκοναζόλη (3,4 φορές, 55%) | Η ριτοναβίρη αναστέλλει τον διαμεσολαβούμενο από το CYP3A μεταβολισμό της κετοκοναζόλης. Λόγω της αυξημένης επίπτωσης γαστρεντερικών και ηπατικών ανεπιθύμητων ενεργειών, θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο μείωσης της δόσης της κετοκοναζόλης κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη. |
Αντικαταθλιπτικά | ↑Αμιτριπτυλίνη, Φλουοξετίνη, Ιμιπραμίνη, Νορτριπτυλίνη, Παροξετίνη, Σερτραλίνη |
Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε υψηλή δόση σύμφωνα με την προηγούμενη χρήση της ως αντιρετροϊκός παράγοντας, είναι πιθανό να αναστείλει το CYP2D6 και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της ιμιπραμίνης, της αμιτριπτυλίνης, της νορτριπτυλίνης, της φλουοξετίνης, της παροξετίνης ή της σερτραλίνης. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και των ανεπιθύμητων επιδράσεων όταν αυτά τα φάρμακα χορηγούνται ταυτόχρονα με αντιρετροϊκές δόσεις ριτοναβίρης. |
Κατά της ουρικής αρθρίτιδας | ↑Κολχικίνη | Οι συγκεντρώσεις της κολχικίνης αναμένεται να αυξηθούν κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη. Έχουν αναφερθεί απειλητικές για τη ζωή και θανατηφόρες φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις σε ασθενείς που έλαβαν θεραπεία με κολχικίνη και ριτοναβίρη (αναστολή CYP3A4 και P-gp). Η ταυτόχρονη χρήση κολχικίνης με Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Φάρμακο για τη θεραπεία της HCV λοίμωξης | ↑Γκλεκαπρεβίρη/ πιμπρεντασβίρη |
Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής της P-gp, της BCRP και του OATP1B από τη ριτοναβίρη. Η ταυτόχρονη χορήγηση γκλεκαπρεβίρης/πιμπρεντασβίρης και Paxlovid δεν συνιστάται λόγω αυξημένου κινδύνου αυξήσεων της ALT που σχετίζονται με αυξημένη έκθεση στην γκλεκαπρεβίρη. |
Φάρμακο για τη θεραπεία της HCV λοίμωξης | ↑Σοφοσμπουβίρη/ βελπατασβίρη/ βοξιλαπρεβίρη |
Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής του OATP1B από τη ριτοναβίρη. Η ταυτόχρονη χορήγηση σοφοσμπουβίρης/βελπατασβίρης/βοξιλαπρεβίρης και Paxlovid δεν συνιστάται. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στην ΠΧΠ της σοφοσμπουβίρης/βελπατασβίρης/βοξιλαπρεβίρης. |
Αντιισταμινικά | ↑Φεξοφεναδίνη | Η ριτοναβίρη μπορεί να τροποποιήσει τη διαμεσολαβούμενη από την P-gp εκροή φεξοφεναδίνης, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή, με αποτέλεσμα αυξημένες συγκεντρώσεις φεξοφεναδίνης. |
Αντιισταμινικά | ↑Λοραταδίνη | Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή, αναστέλλει το CYP3A και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της λοραταδίνης στο πλάσμα. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και ανεπιθύμητων επιδράσεων όταν η λοραταδίνη συγχορηγείται με ριτοναβίρη. |
Αντιισταμινικά | ↑Τερφεναδίνη | Αυξημένες συγκεντρώσεις της τερφεναδίνης στο πλάσμα. Συνεπώς, αύξηση του κινδύνου σοβαρών αρρυθμιών από τον παράγοντα αυτό. Η ταυτόχρονη χρήση της τερφεναδίνης με το Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Φάρμακα για τη θεραπεία λοίμωξης από HIV | ↑Μπικτεγκραβίρη/ ↔Εμτρισιταβίνη/ ↑Τενοφοβίρη |
Η ριτοναβίρη ενδέχεται να αυξήσει σημαντικά τις συγκεντρώσεις της μπικτεγκραβίρης στο πλάσμα μέσω της αναστολής του CYP3A. Η ριτοναβίρη αναμένεται να αυξήσει την απορρόφηση της τενοφοβίρης αλαφεναμίδης με την αναστολή της P-gp, αυξάνοντας έτσι τη συστηματική συγκέντρωση της τενοφοβίρης. |
Φάρμακα για τη θεραπεία λοίμωξης από HIV | ↑Εφαβιρένζη (21%) | Έχει παρατηρηθεί υψηλότερη συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών (π.χ. ζάλη, ναυτία, παραισθησία) και μη φυσιολογικών εργαστηριακών δοκιμασιών (αυξημένα ηπατικά ένζυμα) κατά τη συγχορήγηση εφαβιρένζης με ριτοναβίρη. Ανατρέξτε στην ΠΧΠ της εφαβιρένζης για περισσότερες πληροφορίες. |
Φάρμακα για τη θεραπεία λοίμωξης από HIV | ↑Μαραβιρόκη (161%, 28%) | Η ριτοναβίρη αυξάνει τα επίπεδα της μαραβιρόκης στον ορό ως αποτέλεσμα της αναστολής του CYP3A. Η μαραβιρόκη μπορεί να χορηγηθεί μαζί με ριτοναβίρη για την αύξηση της έκθεσης στη μαραβιρόκη. Για περαιτέρω πληροφορίες, ανατρέξτε στην Περίληψη Χαρακτηριστικών Προϊόντος της μαραβιρόκης |
Φάρμακα για τη θεραπεία λοίμωξης από HIV | ↓Ραλτεγκραβίρη (16%, 1%) | Η συγχορήγηση ριτοναβίρης και ραλτεγκραβίρης προκαλεί ήσσονα μείωση των επιπέδων της ραλτεγκραβίρης |
Φάρμακα για τη θεραπεία λοίμωξης από HIV | ↓Ζιδοβουδίνη (25%, Δεν έχει καθοριστεί) | Η ριτοναβίρη μπορεί να επάγει τη γλυκουρονιδίωση της ζιδοβουδίνης, με αποτέλεσμα ελαφρά μειωμένα επίπεδα της ζιδοβουδίνης. Δεν θα πρέπει να είναι απαραίτητες τροποποιήσεις της δόσης |
Αντιμικροβιακά | ↓Ατοβακόνη | Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή, επάγει τη γλυκουρονιδίωση και ως αποτέλεσμα αναμένεται να μειώσει τις συγκεντρώσεις της ατοβακόνης στο πλάσμα. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των επιπέδων στον ορό ή των θεραπευτικών επιδράσεων κατά τη συγχορήγηση της ατοβακόνης με ριτοναβίρη. |
Αντιμικροβιακά | ↑Βεδακιλίνη | Δεν υπάρχει διαθέσιμη μελέτη αλληλεπίδρασης μόνο με τη ριτοναβίρη. Λόγω του κινδύνου ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τη βεδακιλίνη, θα πρέπει να αποφεύγεται η συγχορήγηση. Εάν το όφελος υπερτερεί του κινδύνου, η συγχορήγηση της βεδακιλίνης με ριτοναβίρη πρέπει να γίνεται με προσοχή. Συνιστάται συχνότερη παρακολούθηση του ηλεκτροκαρδιογραφήματος και παρακολούθηση των τρανσαμινασών (βλ. Περίληψη των Χαρακτηριστικών του Προϊόντος βεδακιλίνης). |
Αντιμικροβιακά | ↑ Κλαριθρομυκίνη (77%, 31%), ↓14-OH μεταβολίτης κλαριθρομυκίνης (100%, 99%) |
Λόγω του μεγάλου θεραπευτικού παραθύρου της κλαριθρομυκίνης δεν θα πρέπει να απαιτείται μείωση της δόσης σε ασθενείς με φυσιολογική νεφρική λειτουργία. Δόσεις κλαριθρομυκίνης μεγαλύτερες από 1 g ημερησίως δεν θα πρέπει να συγχορηγούνται με ριτοναβίρη που χορηγείται ως φαρμακοκινητικός ενισχυτής. Για ασθενείς με νεφρική δυσλειτουργία, θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο μείωσης της δόσης της κλαριθρομυκίνης: για ασθενείς με κάθαρση κρεατινίνης 30 έως 60 ml/min η δόση θα πρέπει να μειώνεται κατά 50% (βλ. παράγραφο 4.2 της ΠΧΠ για ασθενείς με σοβαρή νεφρική δυσλειτουργία). |
Αντιμικροβιακά | Δελαμανίδη | Δεν είναι διαθέσιμη καμία μελέτη αλληλεπίδρασης μόνο με τη ριτοναβίρη. Σε μια μελέτη αλληλεπίδρασης φαρμάκων σε υγιείς εθελοντές με δελαμανίδη 100 mg δύο φορές ημερησίως και λοπιναβίρη/ριτοναβίρη 400/100 mg δύο φορές ημερησίως επί 14 ημέρες, η έκθεση στον μεταβολίτη DM‑6705 της δελαμανίδης ήταν αυξημένη κατά 30%. Εξαιτίας του κινδύνου παράτασης του διαστήματος QTc που σχετίζεται με το DM-6705, εάν η συγχορήγηση δελαμανίδης με ριτοναβίρη κρίνεται απαραίτητη, συνιστάται πολύ συχνή ΗΚΓ παρακολούθηση καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου θεραπείας με Paxlovid (βλ. παράγραφο 4.4 της ΠΧΠ και ανατρέξτε στην Περίληψη Χαρακτηριστικών Προϊόντος της δελαμανίδης). |
Αντιμικροβιακά | ↑Ερυθρομυκίνη, ↑Ιτρακοναζόλη* |
Η ιτρακοναζόλη αυξάνει τις τιμές AUC και Cmax της νιρματρελβίρης κατά 39% και 19%, αντίστοιχα. Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή αναστέλλει το CYP3A4 και ως εκ τούτου αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της ιτρακοναζόλης και της ερυθρομυκίνης στο πλάσμα. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και ανεπιθύμητων επιδράσεων όταν η ερυθρομυκίνη ή η ιτρακοναζόλη συγχορηγείται με ριτοναβίρη. |
Αντιμικροβιακά | ↑Φουσιδικό οξύ (συστηματική οδός) | Δεδομένου του κινδύνου σημαντικής αύξησης της έκθεσης στο φουσιδικό οξύ (συστηματική οδός) και κατά συνέπεια των σχετικών ανεπιθύμητων συμβάντων, δεν θα πρέπει να γίνεται συγχορήγηση εκτός εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί διεπιστημονική διαβούλευση για την ασφαλή καθοδήγησή της. |
Αντιμικροβιακά | ↑Ριφαμπουτίνη (4 φορές, 2,5 φορές), ↑25-O-δεσακετυλο μεταβολίτης ριφαμπουτίνης (38 φορές, 16 φορές) |
Αναμένεται αύξηση της έκθεσης στη ριφαμπουτίνη λόγω της αναστολής του CYP3A4 από τη ριτοναβίρη. Συνιστάται η διαβούλευση με διεπιστημονική ομάδα για την ασφαλή καθοδήγηση της συγχορήγησης και την ανάγκη μείωσης της δόσης της ριφαμπουτίνης. |
Αντιμικροβιακά | Ριφαμπικίνη, Ριφαπεντίνη |
Η ριφαμπικίνη και η ριφαπεντίνη είναι ισχυροί επαγωγείς του CYP3A4 και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη έκθεση στη νιρματρελβίρη/ριτοναβίρη, ενδεχόμενη απώλεια της ιολογικής ανταπόκρισης και πιθανή αντοχή. Η ταυτόχρονη χρήση ριφαμπικίνης ή ριφαπεντίνης με Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3). |
Αντιμικροβιακά | Σουλφαμεθοξαζόλη/ τριμεθοπρίμη |
Δεν θα πρέπει να είναι απαραίτητη η τροποποίηση της δόσης της σουλφαμεθοξαζόλης/τριμεθοπρίμης κατά τη διάρκεια της ταυτόχρονης θεραπείας με ριτοναβίρη. |
Αντιμικροβιακά | ↓Βορικοναζόλη (39%, 24%) | Η συγχορήγηση βορικοναζόλης και ριτοναβίρης, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή, θα πρέπει να αποφεύγεται, εκτός εάν η αξιολόγηση του οφέλους/κινδύνου για τον ασθενή δικαιολογεί τη χρήση βορικοναζόλης. |
Αντιψυχωσικά | ↑Κλοζαπίνη | Δεδομένου του κινδύνου αύξησης της έκθεσης στην κλοζαπίνη και κατά συνέπεια των σχετικών ανεπιθύμητων συμβάντων, δεν θα πρέπει να γίνεται συγχορήγηση εκτός εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί διεπιστημονική διαβούλευση για την ασφαλή καθοδήγησή της. |
Αντιψυχωσικά | ↑Αλοπεριδόλη, ↑Ρισπεριδόνη, ↑Θειοριδαζίνη |
Η ριτοναβίρη είναι πιθανό να αναστείλει το CYP2D6 και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της αλοπεριδόλης, της ρισπεριδόνης και της θειοριδαζίνης. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και ανεπιθύμητων επιδράσεων όταν αυτά τα φάρμακα χορηγούνται ταυτόχρονα με αντιρετροϊκές δόσεις ριτοναβίρης. |
Αντιψυχωσικά | ↑Λουρασιδόνη | Εξαιτίας της αναστολής του CYP3A από τη ριτοναβίρη, οι συγκεντρώσεις της λουρασιδόνης αναμένεται να αυξηθούν. Η ταυτόχρονη χορήγηση με λουρασιδόνη αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Αντιψυχωσικά | ↑Πιμοζίδη | Η συγχορήγηση με ριτοναβίρη είναι πιθανό να προκαλέσει αυξημένες συγκεντρώσεις πιμοζίδης στο πλάσμα και συνεπώς αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3). |
Αντιψυχωσικά | ↑Κουετιαπίνη | Εξαιτίας της αναστολής του CYP3A από τη ριτοναβίρη, οι συγκεντρώσεις της κουετιαπίνης αναμένεται να αυξηθούν. Η ταυτόχρονη χορήγηση Paxlovid και κουετιαπίνης αντενδείκνυται, καθώς μπορεί να αυξήσει την τοξικότητα που σχετίζεται με την κουετιαπίνη (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Παράγοντες για την καλοήθη υπερπλασία του προστάτη | ↑Σιλοδοσίνη | Η συγχορήγηση αντενδείκνυται λόγω του ενδεχόμενου εμφάνισης ορθοστατικής υπότασης (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
β2-αγωνιστής (μακράς δράσης) | ↑Σαλμετερόλη | Η ριτοναβίρη αναστέλλει το CYP3A4 και συνεπώς αναμένεται εκτεταμένη αύξηση στις συγκεντρώσεις της σαλμετερόλης στο πλάσμα, με αποτέλεσμα αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακών ανεπιθύμητων συμβάντων που σχετίζονται με τη σαλμετερόλη, συμπεριλαμβανομένης της παράτασης του διαστήματος QT, του αισθήματος παλμών και της φλεβοκομβικής ταχυκαρδίας. Συνεπώς, αποφεύγετε την ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid. |
Ανταγωνιστής διαύλων ασβεστίου | ↑Αμλοδιπίνη, ↑Διλτιαζέμη, ↑Φελοδιπίνη, ↑Νικαρδιπίνη, ↑Νιφεδιπίνη, ↑Βεραπαμίλη |
Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση είτε φαρμακοκινητικού ενισχυτή είτε αντιρετροϊκού παράγοντα, αναστέλλει το CYP3A4 και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις των ανταγωνιστών διαύλων ασβεστίου στο πλάσμα. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και ανεπιθύμητων επιδράσεων όταν η αμλοδιπίνη, η διλτιαζέμη, η φελοδιπίνη, η νικαρδιπίνη, η νιφεδιπίνη ή η βεραπαμίλη χορηγούνται ταυτόχρονα με ριτοναβίρη. |
Ανταγωνιστής διαύλων ασβεστίου | ↑Λερκανιδιπίνη | Δεδομένου του κινδύνου σημαντικής αύξησης της έκθεσης στη λερκανιδιπίνη και συνεπώς των συναφών ανεπιθύμητων ενεργειών της, δεν θα πρέπει να γίνεται συγχορήγηση, εκτός εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί διεπιστημονική διαβούλευση για την ασφαλή καθοδήγησή της. |
Καρδιαγγειακοί φαρμακευτικοί παράγοντες | ↑Αλισκιρένη | Αποφεύγετε την ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid. |
Καρδιαγγειακοί φαρμακευτικοί παράγοντες | ↑Σιλοσταζόλη | Συνιστάται προσαρμογή της δοσολογίας της σιλοσταζόλης. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στην ΠΧΠ της σιλοσταζόλης. |
Καρδιαγγειακοί φαρμακευτικοί παράγοντες | Κλοπιδογρέλη | Η συγχορήγηση με την κλοπιδογρέλη ενδέχεται να μειώσει τα επίπεδα του ενεργού μεταβολίτη της κλοπιδογρέλης. Αποφεύγετε την ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid. |
Καρδιαγγειακοί φαρμακευτικοί παράγοντες | ↑Επλερενόνη | Η συγχορήγηση με επλερενόνη αντενδείκνυται λόγω του ενδεχομένου υπερκαλιαιμίας (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Καρδιαγγειακοί φαρμακευτικοί παράγοντες | ↑Ιβαμπραδίνη | Η συγχορήγηση με ιβαμπραδίνη αντενδείκνυται λόγω του ενδεχομένου βραδυκαρδίας ή διαταραχών αγωγιμότητας (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Καρδιαγγειακοί φαρμακευτικοί παράγοντες | ↑Τικαγρελόρη | Δεδομένου του κινδύνου σημαντικής αύξησης της έκθεσης στην τικαγρελόρη και, κατά συνέπεια των σχετικών ανεπιθύμητων συμβάντων, δεν θα πρέπει να γίνεται συγχορήγηση, εκτός εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί διεπιστημονική διαβούλευση για την ασφαλή καθοδήγησή της. |
Ενισχυτές ρυθμιστών της διαμεμβρανικής αγωγιμότητας της κυστικής ίνωσης | ↑Ελεξακαφτόρη/ τεζακαφτόρη/ιβακαφτόρη, ↑Ιβακαφτόρη, ↑Τεζακαφτόρη/ιβακαφτόρη |
Μειώστε τη δοσολογία κατά τη συγχορήγηση με Paxlovid. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στις επιμέρους ΠΧΠ. |
Ενισχυτές ρυθμιστών της διαμεμβρανικής αγωγιμότητας της κυστικής ίνωσης | Λουμακαφτόρη/ιβακαφτόρη | Η συγχορήγηση αντενδείκνυται λόγω δυνητικής απώλειας της ιολογικής ανταπόκρισης και πιθανής αντοχής (βλ. ενότητα 4.3). |
Αναστολείς της διπεπτιδυλικής πεπτιδάσης 4 (DPP4) | ↑Σαξαγλιπτίνη | Συνιστάται προσαρμογή της δοσολογίας της σαξαγλιπτίνης σε 2,5 mg μία φορά ημερησίως. |
Ανταγωνιστές ενδοθηλίνης |
↑Μποσεντάνη | Η συγχορήγηση μποσεντάνης και ριτοναβίρης κατέληξε σε αύξηση των μέγιστων συγκεντρώσεων (Cmax) και της AUC της μποσεντάνης σε σταθερή κατάσταση. Αποφύγετε την ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid. Ανατρέξτε στην ΠΧΠ της μποσεντάνης για περισσότερες πληροφορίες. |
Ανταγωνιστές ενδοθηλίνης |
↑Ριοσιγουάτη | Οι συγκεντρώσεις στον ορό μπορεί να αυξηθούν λόγω της αναστολής του CYP3A και της P-gp από τη ριτοναβίρη. Η συγχορήγηση ριοσιγουάτης με Paxlovid δεν συνιστάται (ανατρέξτε στην ΠΧΠ της ριοσιγουάτης). |
Παράγωγα ερυσιβώδους όλυρας | ↑Διυδροεργοταμίνη, ↑Εργονοβίνη, ↑Εργοταμίνη, ↑Μεθυλεργονοβίνη |
Η συγχορήγηση με ριτοναβίρη είναι πιθανό να προκαλέσει αυξημένες συγκεντρώσεις των παραγώγων της ερυσιβώδους όλυρας στο πλάσμα και συνεπώς αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ) |
Παράγοντας κινητικότητας του γαστρεντερικού | ↑Σισαπρίδη | Αυξημένες συγκεντρώσεις σισαπρίδης στο πλάσμα. Συνεπώς, αύξηση του κινδύνου σοβαρών αρρυθμιών από αυτόν τον παράγοντα και συνεπώς η ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Φυτικά προϊόντα | St. John’s Wort | Φυτικά σκευάσματα που περιέχουν St. John’s Wort (Hypericum perforatum) εξαιτίας του κινδύνου μειωμένων συγκεντρώσεων στο πλάσμα και μειωμένων κλινικών επιδράσεων τη; νιρματρελβίρης και της ριτοναβίρης, και συνεπώς η ταυτόχρονη χρήση με Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Αναστολείς της HMG Co-A αναγωγάσης | ↑ Λοβαστατίνη, Σιμβαστατίνη |
Οι αναστολείς της HMG-CoA αναγωγάσης που εξαρτώνται σε υψηλό βαθμό από τον μεταβολισμό από το CYP3A, όπως η λοβαστατίνη και η σιμβαστατίνη, αναμένεται να έχουν σημαντικά αυξημένες συγκεντρώσεις στο πλάσμα κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη χορηγούμενη σε υψηλή δόση, σύμφωνα με την προηγούμενη χρήση της είτε ως αντιρετροϊκός παράγοντας είτε ως φαρμακοκινητικός ενισχυτής. Καθώς οι αυξημένες συγκεντρώσεις λοβαστατίνης και σιμβαστατίνης μπορεί να προδιαθέσουν ασθενείς σε μυοπάθειες, συμπεριλαμβανομένης της ραβδομυόλυσης, ο συνδυασμός αυτών των φαρμακευτικών προϊόντων με ριτοναβίρη αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Αναστολείς της HMG Co-A αναγωγάσης |
↑Ατορβαστατίνη, Ροσουβαστατίνη (31%, 112%)* |
Η ατορβαστατίνη εξαρτάται λιγότερο από το CYP3A για τον μεταβολισμό. Παρότι η αποβολή της ροσουβαστατίνης δεν εξαρτάται από το CYP3A, έχει αναφερθεί αύξηση της έκθεσης στη ροσουβαστατίνη κατά τη συγχορήγηση με ριτοναβίρη. Ο μηχανισμός αυτής της αλληλεπίδρασης δεν είναι σαφής, αλλά μπορεί να είναι αποτέλεσμα της αναστολής μεταφορέα. Όταν χρησιμοποιούνται με ριτοναβίρη, που χορηγείται σε δόση είτε φαρμακοκινητικού ενισχυτή, είτε αντιρετροϊκού παράγοντα, θα πρέπει να χορηγούνται οι χαμηλότερες δυνατές δόσεις ατορβαστατίνης ή ροσουβαστατίνης. |
Αναστολείς της HMG Co-A αναγωγάσης |
↑Φλουβαστατίνη, Πραβαστατίνη |
Παρότι δεν εξαρτώνται από το CYP3A για το μεταβολισμό τους, η έκθεση στην πραβαστατίνη και τη φλουβαστατίνη μπορεί να αυξηθεί λόγω αναστολής του μεταφορέα. Εξετάστε το ενδεχόμενο προσωρινής διακοπής της πραβαστατίνης και της φλουβαστατίνης κατά τη διάρκεια της θεραπείας με Paxlovid. |
Ορμονικά αντισυλληπτικά | ↓Αιθινυλοιστραδιόλη (40%, 32%) |
Εξαιτίας των μειώσεων στις συγκεντρώσεις αιθινυλοιστραδιόλης θα πρέπει να εξετάζεται η χρήση μεθόδων αντισύλληψης φραγμού ή άλλων μη ορμονικών μεθόδων αντισύλληψης με την ταυτόχρονη χρήση ριτοναβίρης σε υψηλή δόση σύμφωνα με την προηγούμενη χρήση της είτε ως αντιρετροϊκός παράγοντας είτε ως φαρμακοκινητικός ενισχυτής. Η ριτοναβίρη είναι πιθανό να αλλάξει το αιμορραγικό προφίλ της μήτρας και να μειώσει την αποτελεσματικότητα των αντισυλληπτικών που περιέχουν οιστραδιόλη. |
Ανοσοκατασταλτικά | ↑Βοκλοσπορίνη | Η συγχορήγηση αντενδείκνυται λόγω πιθανής οξείας ή/και χρόνιας νεφροτοξικότητας (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Ανοσοκατασταλτικά | Αναστολείς καλσινευρίνης: ↑Κυκλοσπορίνη, ↑Τακρόλιμους Αναστολείς mTOR: ↑Εβερόλιμους, ↑Σιρόλιμους |
Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση φαρμακοκινητικού ενισχυτή, αναστέλλει το CYP3A4 και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της κυκλοσπορίνης, του εβερόλιμους, του σιρόλιμους και του τακρόλιμους στο πλάσμα. Αυτή η συγχορήγηση πρέπει να εξετάζεται μόνο με στενή και τακτική παρακολούθηση των συγκεντρώσεων των ανοσοκατασταλτικών στο αίμα, για να μειωθεί η δόση του ανοσοκατασταλτικού σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες κατευθυντήριες οδηγίες και να αποφευχθεί η υπερβολική έκθεση και η επακόλουθη αύξηση των σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών του ανοσοκατασταλτικού. Είναι σημαντικό η στενή και τακτική παρακολούθηση να γίνεται όχι μόνο κατά τη συγχορήγηση με Paxlovid αλλά να συνεχίζεται και μετά τη θεραπεία με Paxlovid. Όπως συνιστάται συνολικά για τη διαχείριση των φαρμακευτικών αλληλεπιδράσεων, απαιτείται διαβούλευση με μια διεπιστημονική ομάδα για την αντιμετώπιση της πολυπλοκότητας αυτής της συγχορήγησης (βλ. Παράγραφο 4.4). |
Αναστολείς κινάσης Janus (JAK) | ↑Τοφασιτινίμπη | Συνιστάται προσαρμογή της δοσολογίας της τοφασιτινίμπης. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στην ΠΧΠ της τοφασιτινίμπης. |
Αναστολείς κινάσης Janus (JAK) | ↑Ουπαδασιτινίμπη | Οι συστάσεις δοσολογίας για τη συγχορήγηση της ουπαδασιτινίμπης με το Paxlovid εξαρτάται από την ένδειξη της ουπαδασιτινίμπης. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στην ΠΧΠ της ουπαδασιτινίμπης. |
Παράγοντες τροποποίησης λιπιδίων | ↑Λομιταπίδη | Οι αναστολείς του CYP3A4 αυξάνουν την έκθεση στη λομιταπίδη, με τους ισχυρούς αναστολείς να αυξάνουν την έκθεση κατά περίπου 27 φορές. Εξαιτίας της αναστολής του CYP3A από τη ριτοναβίρη, οι συγκεντρώσεις της λομιταπίδης αναμένεται να αυξηθούν. Η ταυτόχρονη χρήση Paxlovid με λομιταπίδη αντενδείκνυται (βλ. πληροφορίες συνταγογράφησης για τη λομιταπίδη) (βλ. παράγραφο 4.3). |
Φαρμακευτικά προϊόντα για τη θεραπεία της ημικρανίας | ↑Ελετριπτάνη | Η συγχορήγηση ελετριπτάνης εντός τουλάχιστον 72 ωρών από τη χορήγηση του Paxlovid αντενδείκνυται λόγω του ενδεχομένου εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών, συμπεριλαμβανομένων καρδιαγγειακών και εγκεφαλοαγγειακών συμβάντων (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Φαρμακευτικά προϊόντα για τη θεραπεία της ημικρανίας | ↑Ριμεγκεπάντη | Αποφεύγετε την ταυτόχρονη χρήση με το Paxlovid. |
Ανταγωνιστές των μεταλλοκορτικοειδών υποδοχέων | ↑Φινερενόνη | Η συγχορήγηση αντενδείκνυται λόγω του ενδεχομένου εμφάνισης σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών, συμπεριλαμβανομένης της υπερκαλιαιμίας, της υπότασης και της υπονατριαιμίας (βλ. παράγραφο 4.3). |
Ανταγωνιστές μουσκαρινικών υποδοχέων | ↑Δαριφενακίνη | Δεδομένου του κινδύνου σημαντικής αύξησης της έκθεσης στην δαριφενακίνη και κατά συνέπεια των σχετικών ανεπιθύμητων συμβάντων, δεν θα πρέπει να γίνεται συγχορήγηση, εκτός εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί διεπιστημονική διαβούλευση για την ασφαλή καθοδήγησή της. |
Ανταγωνιστές μουσκαρινικών υποδοχέων | ↑Σολιφενακίνη | Δεδομένου του κινδύνου σημαντικής αύξησης της έκθεσης στην σολιφενακίνη και κατά συνέπεια των σχετικών ανεπιθύμητων συμβάντων, δεν θα πρέπει να γίνεται συγχορήγηση, εκτός εάν μπορεί να πραγματοποιηθεί διεπιστημονική διαβούλευση για την ασφαλή καθοδήγησή της. |
Νευροψυχιατρικοί παράγοντες | ↑Αριπιπραζόλη, ↑Μπρεξπιπραζόλη, |
Συνιστάται προσαρμογή δοσολογίας της αριπιπραζόλης και της μπρεξπιπραζόλης. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στις ΠΧΠ της αριπιπραζόλης ή της μπρεξπιπραζόλης. |
Νευροψυχιατρικοί παράγοντες | ↑Καριπραζίνη | Η συγχορήγηση αντενδείκνυται λόγω της αυξημένης έκθεσης στο πλάσμα της καριπραζίνης και των δραστικών μεταβολιτών της (βλ. παράγραφο 4.3). |
Ανταγωνιστές οπιοειδών | ↑Ναλοξεγκόλη | Η συγχορήγηση αντενδείκνυται λόγω του ενδεχομένου εμφάνισης συμπτωμάτων στέρησης οπιοειδών (βλ. παράγραφο 4.3). |
Αναστολείς φωσφοδιεστεράσης (PDE5) | ↑Αβαναφίλη (13 φορές, 2,4 φορές), ↑Σιλντεναφίλη (11 φορές, 4 φορές), ↑Τανταλαφίλη (124%, ↔), ↑Βαρντεναφίλη (49 φορές, 13 φορές) |
Η ταυτόχρονη χρήση αβαναφίλης, σιλντεναφίλης, τανταλαφίλης και βαρντεναφίλης με Paxlovid αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Ηρεμιστικά/ υπνωτικά | ↑Αλπραζολάμη (2,5 φορές, ↔) | Ο μεταβολισμός της αλπραζολάμης αναστέλλεται μετά την εισαγωγή της ριτοναβίρης. Συνιστάται προσοχή κατά τη διάρκεια των πρώτων αρκετών ημερών όταν η αλπραζολάμη συγχορηγείται με ριτοναβίρη σε υψηλή δόση σύμφωνα με την προηγούμενη χρήση της είτε ως αντιρετροϊκός παράγοντας είτε ως φαρμακοκινητικός ενισχυτής, πριν αναπτυχθεί η επαγωγή του μεταβολισμού της αλπραζολάμης. |
Ηρεμιστικά/ υπνωτικά | ↑Βουσπιρόνη | Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση είτε φαρμακοκινητικού ενισχυτή είτε αντιρετροϊκού παράγοντα, αναστέλλει το CYP3A και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της βουσπιρόνης στο πλάσμα. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και ανεπιθύμητων επιδράσεων όταν η βουσπιρόνη χορηγείται ταυτόχρονα με ριτοναβίρη. |
Ηρεμιστικά/ υπνωτικά | ↑Κλοραζεπάτη, ↑Διαζεπάμη, ↑Εσταζολάμη, ↑Φλουραζεπάμη, |
Η συγχορήγηση με ριτοναβίρη είναι πιθανό να προκαλέσει αυξημένες συγκεντρώσεις κλοραζεπάτης, διαζεπάμης, εσταζολάμης και φλουραζεπάμης στο πλάσμα και συνεπώς αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Ηρεμιστικά/ υπνωτικά | ↑Aπό στόματος Μιδαζολάμη (1330%, 268%)* και παρεντερική Μιδαζολάμη | Η μιδαζολάμη μεταβολίζεται εκτενώς από το CYP3A4. Η συγχορήγηση με Paxlovid μπορεί να προκαλέσει μια μεγάλη αύξηση στη συγκέντρωση της μιδαζολάμης. Οι συγκεντρώσεις της μιδαζολάμης στο πλάσμα αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερες όταν η μιδαζολάμη χορηγείται από του στόματος. Συνεπώς, η συγχορήγηση του Paxlovid με από του στόματος χορηγούμενη μιδαζολάμη αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ), ενώ θα πρέπει να δίνεται προσοχή κατά τη συγχορήγηση του Paxlovid με παρεντερικά χορηγούμενη μιδαζολάμη. Δεδομένα από την ταυτόχρονη χρήση μιδαζολάμης παρεντερικά με άλλους αναστολείς πρωτεασών υποδηλώνουν μια πιθανή 3 έως 4πλάσια αύξηση των επιπέδων της μιδαζολάμης στο πλάσμα. Εάν το Paxlovid συγχορηγείται με παρεντερικά χορηγούμενη μιδαζολάμη, αυτό θα πρέπει να γίνεται σε μονάδα εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) ή παρόμοιο περιβάλλον που διασφαλίζει στενή κλινική παρακολούθηση και κατάλληλη ιατρική αντιμετώπιση σε περίπτωση αναπνευστικής καταστολής ή/και παρατεταμένης καταστολής. Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο προσαρμογής της δοσολογίας της μιδαζολάμης, ειδικά εάν χορηγούνται περισσότερες από μία δόσεις μιδαζολάμης. |
Ηρεμιστικά/ υπνωτικά | ↑Τριαζολάμη (> 20 φορές, 87%) | Η συγχορήγηση με ριτοναβίρη είναι πιθανό να προκαλέσει αυξημένες συγκεντρώσεις τριαζολάμης στο πλάσμα και συνεπώς αντενδείκνυται (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ). |
Υπνωτικός παράγοντας | ↑Ζολπιδέμη (28%, 22%) | Η ζολπιδέμη και η ριτοναβίρη είναι δυνατόν να συγχορηγηθούν με προσεκτική παρακολούθηση για υπερβολικές κατασταλτικές επιδράσεις. |
Διακοπή καπνίσματος | ↓Βουπροπιόνη (22%, 21%) | Η βουπροπιόνη μεταβολίζεται κυρίως από το CYP2B6. Η ταυτόχρονη χορήγηση βουπροπιόνης με επαναλαμβανόμενες δόσεις ριτοναβίρης αναμένεται να μειώσει τα επίπεδα της βουπροπιόνης. Αυτές οι επιδράσεις θεωρείται ότι αντιπροσωπεύουν επαγωγή του μεταβολισμού της βουπροπιόνης. Ωστόσο, επειδή η ριτοναβίρη έχει επίσης καταδειχθεί ότι αναστέλλει το CYP2B6 in vitro, δεν θα πρέπει να γίνεται υπέρβαση της συνιστώμενης δόσης βουπροπιόνης. Σε αντίθεση με τη μακροχρόνια χορήγηση ριτοναβίρης, δεν υπήρχε σημαντική αλληλεπίδραση με τη βουπροπιόνη μετά από βραχυχρόνια χορήγηση χαμηλών δόσεων ριτοναβίρης (200 mg δύο φορές ημερησίως για 2 ημέρες), υποδηλώνοντας ότι οι μειώσεις στις συγκεντρώσεις της βουπροπιόνης μπορεί να ξεκινούν αρκετές ημέρες μετά την έναρξη της συγχορήγησης με ριτοναβίρη. |
Στεροειδή | Βουδεσονίδη, Εισπνεόμενη, ενέσιμη ή ενδορρινική προπιονική φλουτικαζόνη, Τριαμσινολόνη |
Έχουν αναφερθεί συστημικές επιδράσεις από τα κορτικοστεροειδή, συμπεριλαμβανομένου του συνδρόμου Cushing και της καταστολής των επινεφριδίων (παρατηρήθηκε μείωση των επιπέδων της κορτιζόλης στο πλάσμα κατά 86%), σε ασθενείς που λάμβαναν ριτοναβίρη και εισπνεόμενη ή ενδορρινική προπιονική φλουτικαζόνη. Παρόμοιες επιδράσεις θα μπορούσαν επίσης να συμβούν με άλλα κορτικοστεροειδή που μεταβολίζονται από το CYP3A π.χ., βουδεσονίδη και τριαμσινολόνη. Συνεπώς, η ταυτόχρονη χορήγηση ριτοναβίρης σε υψηλή δόση σύμφωνα με την προηγούμενη χρήση της, είτε ως αντιρετροϊκός παράγοντας είτε ως φαρμακοκινητικός ενισχυτής, και αυτών των γλυκοκορτικοειδών δεν συνιστάται, εκτός εάν το δυνητικό όφελος της θεραπείας υπερτερεί του κινδύνου των συστημικών επιδράσεων από τα κορτικοστεροειδή. Θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο μείωσης της δόσης των γλυκοκορτικοειδών με στενή παρακολούθηση των τοπικών και συστημικών επιδράσεων ή η αλλαγή σε ένα γλυκοκορτικοειδές που δεν αποτελεί υπόστρωμα του CYP3A4 (π.χ. βεκλομεθαζόνη). Επιπλέον, σε περίπτωση απόσυρσης των γλυκοκορτικοειδών μπορεί να απαιτηθεί προοδευτική μείωση της δόσης σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. |
Στεροειδή | ↑Δεξαμεθαζόνη | Η ριτοναβίρη, όταν χορηγείται σε δόση είτε φαρμακοκινητικού ενισχυτή είτε αντιρετροϊκού παράγοντα, αναστέλλει το CYP3A και ως αποτέλεσμα αναμένεται να αυξήσει τις συγκεντρώσεις της δεξαμεθαζόνης στο πλάσμα. Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και ανεπιθύμητων επιδράσεων κατά τη συγχορήγηση δεξαμεθαζόνης με ριτοναβίρη. |
Στεροειδή | ↑Πρεδνιζολόνη (28%, 9%) | Συνιστάται προσεκτική παρακολούθηση των θεραπευτικών και ανεπιθύμητων επιδράσεων κατά τη συγχορήγηση πρεδνιζολόνης με ριτοναβίρη. Η AUC του μεταβολίτη πρεδνιζολόνης αυξήθηκε κατά 37% και 28% μετά από 4 και 14 ημέρες χορήγησης ριτοναβίρης, αντίστοιχα. |
Θεραπεία υποκατάστασης θυρεοειδικών ορμονών |
Λεβοθυροξίνη | Έχουν αναφερθεί περιπτώσεις μετά την κυκλοφορία στην αγορά που υποδεικνύουν δυνητική αλληλεπίδραση μεταξύ προϊόντων που περιέχουν ριτοναβίρη και λεβοθυροξίνης. Η θυρεοειδοτρόπος ορμόνη (TSH) θα πρέπει να παρακολουθείται σε ασθενείς που λαμβάνουν θεραπεία με λεβοθυροξίνη τουλάχιστον τον πρώτο μήνα μετά την έναρξη ή/και τη λήξη της θεραπείας με ριτοναβίρη. |
Ανταγωνιστές υποδοχέων της βαζοπρεσίνης | ↑Τολβαπτάνη | Η συγχορήγηση αντενδείκνυται λόγω του ενδεχομένου αφυδάτωσης, υποογκαιμίας και υπερκαλιαιμίας (βλ. παράγραφο 4.3 της ΠΧΠ ). |
Συντμήσεις: ALT = αμινοτρανσφεράση αλανίνης, AUC= περιοχή κάτω από την καμπύλη.
* Αποτελέσματα από DDI μελέτες που διενεργήθηκαν με το Paxlovid (βλ. παράγραφο 5.2).
ΑΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΥΘΥΝΩΝ: Οι πληροφορίες που περιέχονται στο παρόν ΔΕΝ πρέπει να υποκαθιστούν τη συμβουλή ενός κατάλληλα καταρτισμένου και αδειοδοτημένου ιατρού ή άλλου επαγγελματία υγείας. Οι πληροφορίες που παρέχονται εδώ προορίζονται μόνο για ενημερωτικούς σκοπούς. Αυτό το εργαλείο ενδέχεται να μην καλύπτει όλες τις πιθανές αλληλεπιδράσεις φαρμάκων. Παρόλο που προσπαθούμε να παρέχουμε ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες, δεν παρέχεται εγγύηση για αυτό.